Όταν ένα αρχαίο άγαλμα ξεπροβάλλει και πάλι μέσα από τον βόρβορο του χρόνου, μοιάζει με άψυχο σώμα. Η στιγμή θυμίζει εκείνους τους τύμβους που άφησαν πίσω τους οι γενοκτονίες με τα σώματα τα σακατάμενα, τα ρημαγμένα, με την οιμωγή του πόνου ζωγραφισμένη στο πρόσωπο, τα χέρια σχεδόν ακρωτηριασμένα από τις αλυσίδες και τα πόδια μια μάζα από άμορφη σάρκα από την ατέλειωτη πορεία προς τον θρόνο του θανάτου. Τα δε μάτια λευκά από το υπερβατικό φως του μαρτυρικού θανάτου, υμνούν την πιο όμορφη ανάμνηση της ζωής. Μόλις ο ήλιος και το νερό πέσει πάνω του όμως το νεκρό άγαλμα γυρνάει και πάλι πίσω στην δόξα και μια βαθιά ανάσα ακούγεται μέσα από την πέτρα.
Comments